guru
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]guru (en)
Πολωνικά (pl)
[επεξεργασία]Προφορά
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]guru (pl) αρσενικό άκλιτο
- ο γκουρού
guru (en)
guru (pl) αρσενικό άκλιτο