hasta
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Ισπανικά (es)
[επεξεργασία]Πρόθεση
[επεξεργασία]hasta (es)
Λατινικά (la)
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]hasta (la) θηλυκό
Συγγενικά
[επεξεργασία]Κλίση
[επεξεργασία]αριθμός | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | hasta | hastae |
γενική | hastae | hastārum |
δοτική | hastae | hastīs |
αιτιατική | hastam | hastās |
κλητική | hasta | hastae |
αφαιρετική | hastā | hastīs |
Τουρκικά (tr)
[επεξεργασία]Επίθετο
[επεξεργασία]hasta (tr)