jour
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]Προφορά
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
jour | jours |
jour (fr) αρσενικό
- κ μέρα
ενικός | πληθυντικός |
jour | jours |
jour (fr) αρσενικό