magic
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- magic < (κληρονομημένο) μέση αγγλική magik, magyk < παλαιά γαλλική magique (ουσιαστικό και επίθετο) < λατινική magicus (επίθετο), magica (ουσιαστικοποίηση θηλυκού γένους του magicus) < αρχαία ελληνική μαγικός < μάγος. Απώτατη αρχή από λέξη ιρανικής προέλευσης πιθανώς προελθούσα από το πρωτοϊνδοευρωπαϊκή *meh₂gʰ- (μπορώ, βοηθώ; δύναμη, μάγος). Εξετόπισε το ιθαγενές αγγλοσαξονικά ġealdor (επεβίωσε στο μέση αγγλική galder) και dwimmer
Επίθετο
[επεξεργασία]magic (en) (χωρίς παραθετικά)
- μαγικός, που σχετίζεται με τη μαγεία
- ταχυδακτυλουργικός
- ↪ It’s like a magic trick!
- Είναι σαν ταχυδακτυλουργικό κόλπο!
- ↪ It’s like a magic trick!
- (ανεπίσημο) μαγευτικός, μαγικός, που είναι πολύ ωραίος
Άλλες μορφές
[επεξεργασία]- magick (φανταστικό ή αποκρυφιστικό, άλλως παρωχημένο)
- magicke (παρωχημένο)
- magique (παρωχημένο)
Σύνθετα
[επεξεργασία]Πολυλεκτικοί όροι
[επεξεργασία]Απόγονοι
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]- η μαγεία
- ↪ His mind was wandering fantastically, creating worlds filled with magic and adventure.
- Το μυαλό του ταξίδευε φανταστικά, δημιουργώντας κόσμους γεμάτους μαγεία και περιπέτεια.
- ↪ His mind was wandering fantastically, creating worlds filled with magic and adventure.
- το κόλπο, μαγικό τρικ που δίνει την ψευδαίσθηση της μαγείας
- ↪ It’s like a magic trick!
- Είναι σαν ταχυδακτυλουργικό κόλπο/μαγικό τρικ!
- ≈ συνώνυμα: sleight of hand
- ↪ It’s like a magic trick!
- (μεταφορικά) μαγεία, κάτι ακατανόητο ή εντυπωσιακό, μαγευτικό
- ↪ the magic of great art - η μαγεία της μεγάλης τέχνης
- ↪ The sea yesterday was pure magic.
- Η θάλασσα χτες ήταν σκέτη μαγεία.
Δείτε επίσης
[επεξεργασία]Πηγές
[επεξεργασία]Κατηγορίες:
- Κληρονομημένες λέξεις από τη μέση αγγλική (αγγλικά)
- Προέλευση λέξεων από τη μέση αγγλική (αγγλικά)
- Δάνεια από τα παλαιά γαλλικά (αγγλικά)
- Προέλευση λέξεων από τα παλαιά γαλλικά (αγγλικά)
- Προέλευση λέξεων από τα λατινικά (αγγλικά)
- Προέλευση λέξεων από τα αρχαία ελληνικά (αγγλικά)
- Προέλευση λέξεων από ιρανικές γλώσσες (αγγλικά)
- Προέλευση λέξεων από την πρωτοϊνδοευρωπαϊκή (αγγλικά)
- Αγγλική γλώσσα
- Επίθετα (αγγλικά)
- Αντίστροφο λεξικό (αγγλικά)
- Επίθετα χωρίς παραθετικά (αγγλικά)
- Ανεπίσημοι όροι (αγγλικά)
- Λέξεις με ετυμολογικούς απογόνους (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά (αγγλικά)